Κωνσταντίνος νεομάρτυς, εξ Αγαρηνών (†1819)
Στη διάρκεια της τουρκοκρατίας δεν σημειώθηκαν μόνον εξισλαμισμοί, αλλά και αρκετοί μουσουλμάνοι ασπάσθηκαν από επιλογή τους τη χριστιανική πίστη. Ένας από αυτούς ήταν ο μετέπειτα νεομάρτυς Κωνσταντίνος.
Γεννημένος στα τέλη του 18ου αιώνα στο Υψηλομέτωπο Λέσβου από μωαμεθανούς γονείς ήταν τόσο όμορφος σωματικά που προκάλεσε το φθόνο Τουρκάλας γειτόνισσας, με αποτέλεσμα να βάλει δηλητήριο σε γλύκισμα και αυτός να τυφλωθεί και να μείνει κατάκοιτος. Όταν όμως κάποια χριστιανή, με συγκατάθεση της μητέρας του, ένιψε με αγίασμα τον νεαρό, έγινε το θαύμα και αυτός θεραπεύτηκε τελείως. Ακολούθησε ο θάνατος του πατέρα του, νέος γάμος της Τουρκάλας αλλά με μέθυσο και σκληρό άντρα. Τότε ο μετέπειτα Κωνσταντίνος και τα τρία αδέλφια του αναγκάστηκαν και πήγαν στη Σμύρνη, όπου για να ζήσουν πουλούσαν λαχανικά. Μεταξύ των «πελατών» ήταν και η Μητρόπολη Σμύρνης.
Πηγαίνοντας εκεί ο οθωμανός είχε την ευκαιρία να βλέπει και να ακούει ωφέλιμα πράγματα. Κάποτε μάλιστα που συνάντησε έναν φωτισμένο γέροντα, τον παρακάλεσε να του διαβάσει κάτι καλό από θρησκευτικό βιβλίο. Αυτό υπήρξε η αρχή για συζητήσεις που ακολούθησαν, και αυτός ο,τι ωφέλιμο άκουγε το «κατέγραφεν εις τα πλάτη της καρδίας αυτού». Και αποφάσισε να γίνει χριστιανός, ενθυμούμενος και την ευεργεσία της θεραπείας του με το αγίασμα.
Πήγε λοιπόν στο Άγιον Όρος και αφού περιήλθε διάφορες Σκήτες και Μονές, ζήτησε να λάβει το βάπτισμα. Επειδή όμως οι πατέρες, φοβούμενοι την αντίδραση των Τούρκων, δίσταζαν, παρέπεμψαν τον οθωμανό στον πατριάρχη Γρηγόριο τον Ε’, που ήταν εξόριστος στο Άγιον Όρος. Αφού εκείνος δοκίμασε τη πίστη και την αποφασιστικότητά του, έδωσε την ευλογία να λάβει το βάπτισμα από τον ενάρετο γέροντα Γαβριήλ στα Καυσοκαλύβια, με το όνομα Κωνσταντίνος. Έμεινε μερικούς μήνες στο Όρος, προσκύνησε ιερές εικόνες και λείψανα νεομαρτύρων και πόθησε να μαρτυρήσει και ο ίδιος για τον Χριστό. Έτσι με την ευχή των πατέρων και του πατριάρχη, που τον εφοδίασε και με συστατικές επιστολές, ανεχώρησε για τη Μαγνησία της Μικρασίας, με σκοπό να συναντήσει και τα αδέλφια του προκειμένου να τα κατηχήσει στην ορθόδοξη πίστη και να τα οδηγήσει στον Χριστό.
Καθώς όμως αποβιβάστηκε στο Αϊβαλί (Κυδωνιές) τον αναγνώρισε κάποιος Τούρκος και τον οδήγησε, μαζί με άλλους μωαμεθανούς, στον αγά. Ανακρίθηκε ως εξωμότης. Υποβλήθηκε σε σκληρά βασανιστήρια. Υπέμεινε με αξιοθαύμαστη υπομονή πιέσεις, απειλές, υποσχέσεις, ενώ ενισχυόταν από θεία οράματα και τις προσευχές των χριστιανών.
Στο τέλος ο αγάς τον έστειλε με συνοδεία στην Κωνσταντινούπολη, όπου ο ιεροδικαστής εξάντλησε όλη τη βαρβαρότητα, προσπαθώντας να μεταπείσει τον Κωνσταντίνο να αρνηθεί τη χριστιανική του πίστη. Στο τέλος, απογοητευμένος από την παρρησία εκείνου, διέταξε τον απαγχονισμό και τον ενταφιασμό του σε μωαμεθανικό νεκροταφείο, για να μη τιμηθεί το σκήνωμά του από τους χριστιανούς.
Τεμάχια των ενδυμάτων του διασώθηκαν και φυλάσσονται στη Σκήτη των Καυσοκαλυβίων «και πολλά κατά καιρούς θαύματα έκαναν σε όσους με ευλάβεια τα ασπάζονται».
Η μνήμη του τιμάται στις 2 Ιουνίου.
Ευάγγελος Π. Λέκκος
θεολόγος, νομικός