Οσία Σοφία, η ασκήτρια της Κλεισούρας († 1974)
Στις 4 Οκτωβρίου 2011 έγινε από το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως η διακήρυξη της αγιότητος μιας σύγχρονης οσιακής μορφής, που ασκήτεψε στην ιερά Μονή Παναγίας της Κλεισούρας Καστοριάς. Κατά το διήμερο δε 30 Ιουνίου-1 Ιουλίου 2012 ο πρώτος πανηγυρικός εορτασμός της μνήμης της, στη διάρκεια λαμπρών εκδηλώσεων στις οποίες προέστη ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος.
Ο βίος της οσίας παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον: Γεννημένη το 1883 από τον Αμανάτιο και τη Μαρία Σαουλίδη στο χωριό Σαρή-παπα Τραπεζούντας του Πόντου, παντρεύτηκε το 1907 τον Ιορδάνη Χοτοκουρίδη. Το 1910 απέκτησαν τέκνο που όμως απεβίωσε δύο χρόνια μετά. Ήταν τότε τα δύσκολα χρόνια κατά τα οποία οι Νεότουρκοι του Κεμάλ Ατατούρκ είχαν οργανώσει τη συστηματική εξόντωση –με ποικίλους τρόπους– του Ελληνισμού από τις πατρογονικές εστίες του στον Πόντο και τη Μ. Ασία.
Ο σύζυγός της χάθηκε σε στρατόπεδο εργασίας στα βάθη του Πόντου, γεγονός που οδήγησε τη Σοφία «σε βαθιά μετάνοια και σε ασκητική διά βίου αφιέρωση». Άρχισε να ζει μόνη της στο βουνό, όπου αξιώθηκε να λάβει μήνυμα από τον άγιο Γεώργιο να ειδοποιήσει τους συγχωριανούς της για να κρυφτούν, ώστε να σωθούν από τους Τσέτες. Το 1919 μαζί με άλλους πρόσφυγες της περιοχής της, ήρθε την Ελλάδα και εγκαταστάθηκε στην Αναρράχη Πτολεμαΐδας. Στο μεταξύ είχε πεθάνει και ο πατέρας της.
Ζώντας στην Αναρράχη, της παρουσιάστηκε σε όραμα η Παναγία και της είπε «Να ’ρθεις στο σπίτι μου», και σε σχετική ερώτηση της Σοφίας, έλαβε την απάντηση πως το σπίτι βρίσκεται στην Κλεισούρα Καστοριάς. Μετά από διετή παραμονή στη Μονή Αγίου Μάρκου Φλώρινας (1925-27), το 1927 πήγε και εγκαταστάθηκε μόνιμα στην ιερά Μονή Γεννήσεως της Θεοτόκου Κλεισούρας. Τότε αυτή ήταν ανδρική με ηγούμενο τον ιερομόναχο Γρηγόριο (Μαγδάλη), παλαιό αγιορείτη και άνθρωπο αρετής. Κοντά του η Σοφία «μυήθηκε στην πνευματική ζωή».
Διέμενε σε ημιυπαίθριο χώρο, υπομένοντας με παροιμιώδη υπομονή το αφόρητο ψύχος του χειμώνα και τη ζέστη του καλοκαιριού. Η νηστεία της αυστηρότατη και διαρκής: Κόκκινες πιπεριές, πράσα, πράσινες ντομάτες, αγριόχορτα, μανιτάρια. Μόνο τα Σαββατοκύριακα και τις γιορτές έβαζε λίγο λάδι στο φαγητό της, αν διέθετε απ᾽ αυτό. Έτσι διαιτώμενη δεν έπαυε να λέει πάντοτε: «ευφράνθη η καρδία μου». Την έβλεπαν κακοντυμένη και από φιλανθρωπία οι επισκέπτες της Μονής της χάριζαν ωραία ρούχα. Τα έπαιρνε ευχαριστώντας, αλλά με πρώτη ευκαιρία τα πρόσφερε σε φτωχούς, λέγοντας: «Παρ᾽ το να το φοράς, να χαίρεται η ψυχή μου».
Σκελετωμένη από τις εκούσιες κακουχίες και νηστείες, θύμιζε την οσία Μαρία την Αιγυπτία στην έρημο. Η ψυχή της όμως ακτινοβολούσε. Συμπαραστεκόταν στα προβλήματα των συνανθρώπων της, ειδικά στις κοπέλες που παραστρατούσαν. Ενίσχυε οικονομικά τους εμπερίστατους, αφού από όσα της πρόσφεραν δεν κρατούσε τίποτε για τον εαυτό της.
Στην προσωπική της ζωή αναφέρονται θαυμαστές επεμβάσεις της Υπεραγίας Θεοτόκου και του Κυρίου: Η θεραπεία μετά από «άνοιγμα» της κοιλιάς της εξαιτίας σκωληκοειδίτιδας ή κήλης· η μη μόλυνσή της όταν πάτησε μεγάλο σκουριασμένο καρφί που τρύπησε από το πέλμα ως την πάνω μεριά το πόδι της, χωρίς να βγάλει αίμα· το προορατικό και διορατικό της χάρισμα· η «φιλία» της με άγρια αρκούδα του δάσους της Κλεισούρας την οποία τάιζε με τα χέρια της κ.λπ.
Ακόμη και την κοίμησή της προείδε, καθώς την πληροφόρησε η Παναγία. Είπε λοιπόν: «Θα φύγω. Ήλθε το μήνυμα». Και πράγματι έφυγε από την παρούσα ζωή στις 6 Μαΐου του 1974. Κατά την εκταφή της ευωδία ανέβλυσε από τον τάφο της, ενώ το ίδιο συνέβη και κατά τη μεταφορά των τιμίων λειψάνων της στη Μονή από τον μητροπολίτη Καστοριάς Σεραφείμ (27.5.1998).
Από τις απλές αλλά σοφές συμβουλές που συνήθιζε να δίνει στους επισκέπτες της Μονής παραθέτουμε τις εξής: «Τα μάτια να βλέπουν και να μη βλέπουν. Τ᾽ αυτιά ν᾽ ακούν και να μην ακούν. Το στόμα να μη βλασφημεί. Κλειδί στο στόμα. Να μη μεταφέρετε λόγια από τον ένα στον άλλον. Να έχετε για όλους αγάπη. Να σκεπάζετε, για να σας σκεπάζει ο Θεός. Πολλάν υπομονήν να κάμετε, πολλάν υπομονήν!» Αυτή η τελευταία φράση επαναλαμβανόταν από την οσία Σοφία σε κάθε περίσταση.
Η μνήμη της τιμάται στις 6 Μαϊου.
Ευάγγελος Π. Λέκκος
θεολόγος, νομικός