του π. Δημητρίου Μπρόκου
Ο Μυστικός Δείπνος έχει τελειώσει. Η παράδοση «των καθ’ ημάς φρικτών Μυστηρίων» έλαβε πέρας. Και αφού τελείωσε τα πάντα ο Χρι-στός, αναχώρησε από το υπερώο της Ιερουσαλήμ για το όρος των Ε-λαιών. «Εξήλθε συν τοις μαθηταίς αυτού πέραν του χειμάρρου των Κέ-δρων, όπου ην κήπος, εις ον εισήλθεν αυτός και οι μαθηταί αυτού» (Ιω. 18, 1).
Όμως μετά από λίγο στον κήπο της Γεθσημανή ο Χριστός είναι μόνος. Ούτε οι τρεις πιο έμπιστοι μαθητές του, Πέτρος, Ιάκωβος και Ιωάννης, δεν μπόρεσαν να γρηγορήσουν, να συναγρυπνήσουν μαζί του. «Ήσαν γαρ αυτών οι οφθαλμοί βεβαρημένοι», αλλά και η λύπη «πεπλήρωκεν», είχε πλημμυρίσει την καρδιά τους. Όμως και η ψυχή του Χριστού είναι «περίλυπος έως θανάτου». Η λύπη του είναι τόσο μεγάλη που κινδυνεύει να πεθάνει από αυτήν. Η αγωνία του υπήρξε μακρά και είχε αρχίσει πολύ νωρίτερα.
Πιο παλιά καθησύχαζε τους κατά σάρκα «αδελφούς» του ότι το τέλος του αργούσε ακόμα. «Ο καιρός ο εμός ούπω πάρεστι» (Ιω. 7, 6-8). Δεν είχε συμπληρωθεί ο κανονισμένος από το σχέδιο της Θείας Οικο-νομίας χρόνος του για να τελειώσει το επί γης έργο του. Λίγο μετά την ανάσταση του Λαζάρου όμως ο Χριστός αποκαλύπτει ότι ο καιρός του έφτασε. «Ελήλυθεν η ώρα ίνα δοξασθή ο Υιός του ανθρώπου». Και δόξα του εννοεί τον σταυρικό του θάνατο με την Ανάσταση και την Ανά-ληψή του που θα ακολουθήσουν. Είναι λίγος ο χρόνος, λέγει προς τους Ιουδαίους, που θα έχετε ακόμα το φως μαζί σας, εμένα δηλαδή, που είμαι το φως του κόσμου.
Παραλληλίζει ακόμα τον εαυτό του και την πορεία του με τον κόκκο του σίτου. Ο κόκκος του σίτου αν δεν πέσει στη γη και δεν σα-πίσει μέσα στο χώμα, μένει μόνος του, δεν πολλαπλασιάζεται. Αν όμως φυτευθεί στη γη και «αποθάνη, πολύν καρπόν φέρει». Έτσι και ο Χρι-στός, αν αποθάνει, ακολουθώντας με απόλυτη υπακοή το προαιώνιο σχέδιο του Θεού Πατέρα του, θα καρποφορήσει για όλο το ανθρώπινο
γένος τη σωτηρία. «Καγώ εάν υψωθώ εκ της γης (επί του Σταυρού και ανεβώ δι’ αυτού στον ουρανό), πάντας ελκύσω προς εμαυτόν».
Τώρα λοιπόν που η ώρα του έφτασε, ο Χριστός αφήνει να φανεί καθαρά ότι φέρει επάνω του αληθινή και όχι φαινομενική ανθρώπινη φύση. Γι’ αυτό και δεν διστάζει να διακηρύξει ότι πάσχει ως άνθρωπος. Όπως ο κάθε κοινός άνθρωπος που θα βρισκόταν σε ανάλογη θέση. Αρκετές μέρες πριν από το Πάθος του λέγει: «Νυν η ψυχή μου τετάρα-κται». Έχει γεμίσει η ψυχή μου από τη φυσική ταραχή που κυριεύει κάθε άνθρωπο μπροστά στον θάνατο. Και τί να πω; «Πάτερ μου, σώ-σόν με εκ της ώρας ταύτης. Αλλά διά τούτο ήλθον εις την ώραν ταύ-την».
Ο Χριστός έκαμε τα πάντα για να φτάσει σ’ αυτή την ώρα, όσο επώδυνη και αν του ήταν. Σκοπός του ήταν ο Σταυρός. Κατέβηκε από τον ουρανό για να παραδοθεί «εις το σταυρωθήναι», «υπέρ της του κόσμου ζωής και σωτηρίας». Καθετί που προσπαθούσε να τον αποτρέ-ψει από τον σκοπό του αυτόν, το έβγαζε επιμελώς από τον δρόμο του. Δεν δίστασε να ονομάσει ακόμα και σατανά τον Πέτρο («ύπαγε οπίσω μου, σατανά»), όταν εκείνος τον παρακίνησε να μην υποστεί τέτοιο θάνατο. Δεν ήταν κατά Θεόν το φρόνημα αυτό. Θέλημα του Θεού ήταν πάντα η σωτηρία των ανθρώπων. Και δόξα του, η διά του Σταυρού του Υιού του εξασφάλιση της σωτηρίας αυτής.
Αυτή τη δόξα του Θεού επιδίωκε σταθερά και αταλάντευτα πά-ντοτε ο Χριστός (Ιω. 12, 23-36. 13, 31-32. 17, 1-5).
(ΛΥΧΝΙΑ ΝΙΚΟΠΟΛΕΩΣ, αρ. φ. 453, Απρ. 2021)