Καθώς το Σάββατο η Εκκλησία μάς καλεί να θυμηθούμε και να τιμήσουμε τις ψυχές των κεκοιμημένων (Ψυχοσάββατο), καλόν είναι να εξεταστεί η σχέση σεβασμού και αγάπης που υπήρχε μεταξύ αυτών, ενόσω βρίσκονταν στη ζωή, και των οικείων τους, που εκδηλώνεται και με την τέλεση Λειτουργιών, Δεήσεων, Ευχών, πράξεων φιλανθρωπίας και μάλιστα των Μνημοσύνων για την ανάπαυση της ψυχής τους.
Τα λειτουργικά κείμενα της αρχαίας Εκκλησίας και τα συγγράμματα των αγίων Πατέρων βεβαιώνουν, ότι η τέλεση των Μνημοσύνων είχε καθιερωθεί από τα αποστολικά ακόμη χρόνια. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι στις “Αποστολικές Διαταγές” υπάρχει η σύσταση, οι οικείοι του νεκρού να προσφέρουν στους έχοντες ανάγκη κάποια από τα υπάρχοντά του για την ανάπαυσή του. Ο ιερός Χρυσόστομος βεβαιώνει ότι η προσφορά της θείας Ευχαριστίας υπέρ των κεκοιμημένων “νομοθετήθηκε από τους αποστόλους”.
Η ωφέλεια την οποία αποκομίζουν οι ψυχές των κεκοιμημένων αποδίδεται από τους Πατέρες με τις λέξεις: πολύ το κέρδος, μεγίστη όνησις (ωφέλεια), άνεσις και αναψυχή παρά Θεού “των κατεχόντων αυτούς ανιαρών”. Αυτή η ωφέλεια και ανακούφιση, που βέβαια δεν μπορούμε να γνωρίζουμε με ακρίβεια σε τι ακριβώς συνίσταται, παρέχεται αποκλειστικά και μόνο χάρη στην αγαθότητα και την ευσπλαχνία του Θεού.
Πρέπει εδώ να επισημανθεί ότι όπως η Εκκλησία μας ενδιαφέρεται για όλες τις πτυχές της ζωής των μελών της στον επίγειο βίο τους, έτσι δεν αδιαφορεί και για την πέραν του τάφου κατάσταση των ψυχών τους. Ο θάνατός τους αποτελεί μέρος του ενδιαφέροντος και της μέριμνάς της, εκδηλώνεται δε με την πριν από την εκδημία τους στήριξη, με την εκκλησιαστική κήδευση, με τη συμπαράσταση των οικείων. Στη συνέχεια και σε συνεννόηση με τους οικείους του κεκοιμημένου, η Εκκλησία, εκτός από τη μνημόνευση του ονόματός του σε θείες Λειτουργίες και σε ειδικές Ακολουθίες, τελεί τα καθιερωμένα Μνημόσυνά του, τα οποία έχουν και τον ιδιαίτερο συμβολισμό τους, διακρίνονται δε σε:
α. Τριήμερα, σε ανάμνηση της τριήμερης ταφής και έγερσης του Κυρίου,
β. Εννιάμερα, όσα και τα εννέα τάγματα των αγγέλων, τους οποίους παρακαλούμε να πάρουν την ψυχή του κοντά τους,
γ. Τεσσαρακοστά, σε ανάμνηση της Αναλήψεως του Κυρίου και με την ευχή να “αναληφθεί” και ο κεκοιμημένος, ώστε να βρεθεί σωσμένος κοντά στο Σωτήρα Χριστό, και τα
δ. Ετήσια, ένα χρόνο μετά την κοίμησή του, ως ένα είδος πνευματικών γενεθλίων του, αφού κατά τη χριστιανική πίστη αυτή η μέρα θεωρείται γενέθλιος για την αιώνια ζωή.
Εκτός όμως από τα Μνημόσυνα αυτά, που είναι συγκεκριμένα και τελούνται ειδικά για κάθε κεκοιμημένο, η Εκκλησία μας απευθύνει ευχές και δεήσεις και με την ευκαιρία άλλων Ακολουθιών, μες στις οποίες τις έχει εντάξει, όπως στο Μεσονυκτικό, στον Εσπερινό, τον Όρθρο και στη θεία Λειτουργία. Ιδιαίτερα δέεται για όλες τις ψυχές κάθε Σάββατο, ημέρα αφιερωμένη σ’ αυτές, ενώ έχει ορίσει και τα λεγόμενα Ψυχοσάββατα (πριν από τις Κυριακές των Απόκρεω και της Πεντηκοστής).
Εννοείται ότι Μνημόσυνο μπορεί να γίνει οποτεδήποτε και χωρίς Κόλλυβα, αρκεί να δοθεί στον ιερέα το οικογενειακό Δίπτυχο με το ή τα ονόματα των κεκοιμημένων, για να μνημονευθούν την καθορισμένη στιγμή. Και στην Ακολουθία του Μνημοσύνου τα τροπάρια και οι στίχοι του 118ου Ψαλμού (“Άμωμοι εν οδώ, Αλληλούια…”), καθώς και οι Ευχές είναι πολύ διδακτικού περιεχομένου για τους ζώντες, οι οποίοι συμμετέχουν σ’ αυτήν.
Το Τρισάγιο, σύντομη περίληψη της νεκρώσιμης Ακολουθίας, ψάλλεται μετά από επιθυμία των οικείων του κεκοιμημένου, είτε στο σπίτι, είτε στον τάφο ή τον ιερό ναό, με ή και χωρίς την παράθεση Κολλύβων.
Τα Κόλλυβα:
Παράδοση αιώνων είναι τα Μνημόσυνα να συνοδεύονται με την ετοιμασία και προσφορά των Κολλύβων. Κόλλυβα είναι η βυζαντινή ονομασία βρασμένου σιταριού και ξηρών καρπών, που έχουν την αφετηρία στο έθιμο των Απαρχών και γινόταν προς τιμήν και μνήμη Αγίων ή κεκοιμημένου χριστιανού. Και ο συμβολισμός των Κολλύβων είναι πολύ σημαντικός, διότι συνδέεται με τη διδασκαλία και την πίστη της Εκκλησίας για την ανάσταση των νεκρών, σύμφωνα με τον αδιάψευστο λόγο του Κυρίου: “Αλήθεια σας λέω: Αν του σιταριού ο σπόρος πέσει στη γη, αλλά δεν πεθάνει, μένει ένας μονάχος σπόρος. Αν όμως πεθάνει, κάνει άφθονο καρπό” (Ιω. 12, 24). Την αλήθεια αυτή υποστηρίζει και ο απόστολος Παύλος γράφοντας στους Κορινθίους: “Το ίδιο θα συμβεί και με την ανάσταση των νεκρών: Όταν το σώμα σαν το σπόρο μπαίνει στη γη, είναι φθαρτό, θα αναστηθεί όμως άφθαρτο. Θάβεται άδοξο, θα αναστηθεί όμως ένδοξο. Ενταφιάζεται ανίσχυρο, θα αναστηθεί όμως δυνατό” (Α΄ Κορ. 15, 42-43).
Μνημόσυνα με την προσφορά Κολλύβων δεν τελούνται όταν είναι Δεσποτική εορτή (αφιερωμένη στον Ιησού Χριστό), και από το Σάββατο του Λαζάρου μέχρι και την Κυριακή του Αντίπασχα (του Θωμά).
Ευάγγελος Π. Λέκκος