Η τελευταία μου λειτουργία.
Το «αμήν» της ζωής μου.
Θά ρθει η στιγμή. Η τροχιά, την οποία μου όρισες να περιπατήσω στη γή, θα βρίσκεται όλη πίσω μου. Μπροστά μου θ’ αντικρύζω την πύλη, που κρύβει την αιωνιότητα. Πρίν τη διαβώ, θα ανέβω, για τελευταία φορά τ’ αγαπημένα σκαλοπάτια του ναού σου, θα φορέσω τα άμφια, και, με βήμα αργό, κουρασμένο, θα πάω μπροστά στο άγιο Θυσιαστήριο, να προσευχηθώ, να σε λατρεύσω, να βάλω στα χέρια σου την ψυχή μου. Οι λέξεις θα βγαίνουν με δυσκολία απ’ τα χείλη μου. Το χέρι μου θα υψωθεί με κόπο, να κάνει το σχήμα της ευλογίας. Τα χρόνια, που θα ‘χουν περάσει, θα έχουν φορτώσει με βάρος δυσβάσταχτο τη ράχη μου. Η καρδιά μου όμως θα χτυπήσει, με νεανική δύναμη, καθώς θα προσφέρω την τελευταία μου αναίμακτη θυσία.
Η ματιά μου θ’ αγκαλιάζει τότε το παρελθόν και το μέλλον. Το παρελθόν, που αξιώθηκα να το ζήσω διακονώντας στο ιερό και το πιο τιμητικό διακόνημα. Και το μέλλον, το οποίο, φωτισμένο πάντοτε από τη δική σου παρουσία, απλώνεται στην απεραντοσύνη της αιωνιότητας.
Πανόραμα μπροστά μου οι ευλογίες σου. Η μαθητεία σου στα ιερά γράμματα. Η χειροτονία μου. Οι λειτουργίες μου. Η συχνή μου συμμετοχή στη Μυστική Τράπεζα. Η επικοινωνία μου με εσένα, που είσαι η κεφαλή, και με τα μέλη της Εκκλησίας σου.
Ζωηρές μπροστά μου κι’ οι σκιές. Οι παραλήψεις. Τα λάθη. Τα αμαρτήματα. Αυτόματη αριθμομηχανή η συνείδηση μου, θα μου δίνει την ώρα της τελευταίας μου λειτουργίας τον απολογισμό. Τα δώρα, που η αγάπη σου μου χάρισε. Και την προσφορά, που εγώ σου έκαμα.
Το ξέρω, δεν θα υπάρχει ισοζύγιο. Οι ευλογίες σου θα βαρύνουν πολύ. Ενώ τα δικά μου έργα θα προβάλλουν με φοβερή ισχνότητα. Η μόνη λύση θα είναι, Κύριε, να πέσει στο μέρος της πλάστιγγος με τα αδύναμα έργα μου το βάρος του θείου ελέους σου. Να κάψει τα αμαρτήματα. Να λαμπικάρει τη ζωή μου. Να με μπάσει στην αιωνιότητα.
Φορτωμένος μ’ ενα βαρύ βιβλίο στη ράχη μου, το βιβλίο στης ιστορίας της ζωής μου, θα γονατίσω κατά την τελευταία μου λειτουργία μπροστά στον επίγειο θρόνο σου, για να το βάλω στα χέρια σου, και να εμπιστευθώ την ύπαρξή μου ολόκληρη στην πλατιά αγκάλη του ελέους Σου. Ίσως τα μάτια μου να ‘ναι μουσκεμένα. Η καρδιά μου όμως θα ναι ειρηνική. Οι σταγόνες του αίματος Σου θα μου εμπνέουν την γαλήνη.
Η τελευταία μου λειτουργία.
Την οραματίζομαι.
Ο οραματισμός αυτός δεν μου προκαλεί λύπη. Δεν μου στεγνώνει την χαρά. Δεν μου δένει τα χέρια. Γιατί πιο ισχυρή από την σκέψη του θανάτου μας έχεις χαρίσει την «επαγγελία» της αιωνιότητος.
Η καμπάνα που θα σημάνει, Κύριε, την έναρξη της τελευταίας μου λειτουργίας, θα σημάνει ταυτόχρονα και το τέλος της ιερατικής μου διακονίας. Ίσως και το τέλος της ζωής μου. Τον κάθε χτύπο της θα τον νοιώθω σαν χτύπο του αγγέλου, που θα ρθει να πάρει την ψυχή μου. Μα ενώ θα σημαίνει το τέλος, η παράξενη αυτή καμπάνα θα σημαίνει και την αρχή της γεμάτης χαράς ζωής μου στην βασιλεία Σου.
Ο χτύπος της καμπάνας που σήμανε στη λειτουργία της χειροτονίας μου, μου φάνηκε τόσο γλυκός. Σαν να ένοιωθε και το άψυχο μέταλλο της τα αισθήματα και τις συγκινήσεις, που πλημμύριζαν την νεανική μου καρδιά. Σαν να μετείχε κι’ αυτή στη χαρά και στο φόβο, που εγώ ένοιωθα, καθώς έμπαινα στον πιο ιερό χώρο, που υπάρχει στη γη μας.
Ο ήχος της καμπάνας, που θα σημάνει την είσοδο μου στο ουράνιο Θυσιαστήριο, στην σκηνή την αληθινή «ην έπηξες σύ ο Κύριος»[i], πόσο πιο γλυκός θα ναι Χριστέ μου! Μέσα μου θα τον νοιώσω σαν την φωνή την μεγάλη, που στη συντέλεια του κόσμου θ’ ακουστή απ’ τον ουρανό και θ’ αναγγέλλει τον ερχομό σου[ii]. Το κάθε χτύπημα της θα ναι συντριμμός ενός χαλκά, που κρατάει κρεμασμένο μπροστά στα μάτια μου το πυκνό παραπέτασμα. Με το τελευταίο χτύπημα θα σπάσει κι’ ο τελευταίος χαλκάς. Το παραπέτασμα θα πέσει. Και τότε θα μπορέσω ν’ αντικρύσω Εσένα τον αγαπημένο μου λυτρωτή και Κύριο μου.
Η τελευταία μου λειτουργία.
Θέλω, Κύριε μου, να ναι σαν την πρώτη. Θα χω κάνει μέχρι τότε πολλές λειτουργίες. Θα χει μέσα μου φθαρεί η πρώτη συγκίνηση. Όμως ξέρω, πώς ό,τι εγώ άφησα, με την ανθρώπινη αμέλεια, να χαθεί, μπορείς Σύ, σε μια μόνο στιγμή να μου το δώσεις.
Γι’ αυτό Σου το ζητώ.
Τα μέλη του σώματος μου θα ναι ασφαλώς, αρρωστημένα και κουρασμένα. Δύσκολα θα υπακούουν στις προσταγές του πνεύματος μου.
Δεν ζητάω νεανικό σφρίγος, στην τελευταία μου λειτουργία.
Ζητώ φλογερή καρδιά.
Νήψι του πνεύματος.
Ολόψυχη αφοσίωση.
Να εγγίσω το ιερό Θυσιαστήριο, να ευλογήσω τα τίμια δώρα, να κοινωνήσω το άχραντο Σώμα Σου και το ζωοπάροχο Αίμα Σου με την πιο αγνή πρόθεσι και με τα πιο λαμπικαρισμένα αισθήματα αγάπης.
Εξαρτάται αυτό απ’ τον τρόπο, με τον οποίον θα ζήσω τη ζωή μου. Συνήθως ο επίλογος ενός βιβλίου έχει άμεση σχέσι με το περιεχόμενο. Είναι το συμπέρασμα της αναπτύξεως του θέματος και των στοχασμών. Η διαφορά είναι πως το βιβλίο της ζωής μας δεν έχει θέση μόνο η ανθρώπινη πλευρά μας, αλλά κι’ η παντοδύναμη Χάρι Σου.
Καθώς γράφω την ιστορία της ζωής μου, «σύ αναπληρώνεις τα ελλείποντα». Πρόσθεσε, Κύριε, κι’ ό,τι εγω δεν μπορώ να βάλω στον επίλογο, στην τελευταία μου λειτουργία. Τον ενθουσιασμό. Την αγνότητα. Τη θερμή αγάπη. Κάνε η τελευταία μου λειτουργία, το αμήν της ζωής μου, να ναι ένας ολόψυχος ύμνος στο πρόσωπο σου.
Το σκέπτομαι και κατεβαίνει απ’ το μέτωπο μου αιμάτινος ιδρώτας. Μήπως θα θελες την τελευταία μου θυσία να μην τη προσφέρω στο Θυσιαστήριο, αλλά στο κρεβάτι του πόνου, ή στον τόπο του μαρτυρίου; Πολλοί λειτουργοί σου έγραψαν την τελευταία σελίδα με πόνο και με αίμα. Έσβησαν σαν το κερί, που λιώνει, μετά από μια μακροχρόνια και εξαντλητική αρρώστια. Ή, δέχτηκαν πληγές απ’ τα μαχαίρια και τα ξίφη των απίστων.
Μακριά απ’ το Θυσιαστήριο η θυσία τους. Όχι όμως, γι’ αυτό, λιγότερο δεκτή στον θρόνο σου. Εκείνο, που της έδινε αξία και την έκανε ευπρόσδεκτο ενώπιον σου, ήταν ο πλούτος κι’ η έντασι των αρετών που την συνόδευαν. Η υπομονή. Η σταθερότης. Η προσκόλληση στο θείο σου πρόσωπο.
Δεν ξέρω, Κύριε, ποιο θα ναι το περιεχόμενο της τελευταίας σελίδας του βιβλίου της ζωής μου. Αν θα ναι η ήρεμη προσφορά της αναίμακτης ιερουργίας, ή η προσφορά του αίματος μου στο βωμό της αγάπης σου.
Σύ το ξέρεις.
«Γενηθήτω το θέλημά σου».
Μόνο, ικετεύω, αξίωσε με, η τελευταία μου θυσία, το «αμήν» της ζωής μου, να είναι μια προσφορά γνήσια της ψυχής μου.
Τέτοια που τη ζητάς.
Επίλογος της ιερατικής μου διακονίας.
Πρόλογος της ζωής μου στην βασιλεία σου.
+Νικοδήμου, πρ. Αττικής & Μεγαρίδος
[i] Εβρ. η’, 2.
[ii] Αποκάλ. κα’. 3.